ΦΡΑΝΣ ΑΝΑΤΟΛ
O Ζακ-Ανατόλ-Φρανσουά Τιμπό, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Ανατόλ Φρανς, γεννήθηκε στο Παρίσι το 1844. Σπούδασε στο Κολλέγιο Στανισλάς, που προοριζόταν για αριστοκράτες και μεγαλοαστούς, το 1855. Στη διάρκεια των σπουδών του, ο νεάρος Ανατόλ έγινε δέκτης πολλών αρνητικών σχολίων κοινωνικού περιεχομένου και η πίκρα που του προκάλεσαν αυτά αντικατοπτρίστηκε αργότερα στα έργα του.
Το αρνητικό αυτό κλίμα, σε συνδυασμό με την πίεση από την πλευρά του πατέρα του, ο οποίος φιλοδοξούσε ο γιος του να ανέβει κοινωνικά, φαίνεται πως οδήγησαν τον Ανατόλ Φρανς ήδη από τα δεκαπέντε να γίνει δημοκράτης και άθεος. Στη διαμόρφωση των πολιτικών του πεποιθήσεων επέδρασε έντονα και το βιβλιοπωλείο του πατέρα του, στο οποίο ο πατέρας Τιμπό συγκέντρωνε φυλλάδια, εφημερίδες και γενικά ντοκουμέντα για τη γαλλική Επανάσταση. Τελικά ο Ανατόλ Φρανς εγκατέλειψε το Κολλέγιο Στάνισλας το 1862.
Από το 1867 άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα σε φιλολογικά περιοδικά, εργάστηκε για τον βιβλιοπώλη Λεμέρ και έγινε δεκτός στον κύκλο των Παρνάσσιων ποιητών. Το 1877, παντρεύτηκε τη Βαλερί Γκερέν ντε Σοβίλ και απέκτησε μια κόρη. Το 1887 αρχίζει η σχέση του με την Μαντάμ Καιγιαβέ, η οποία αποτέλεσε τον μεγάλο έρωτα της ζωής του.
Το 1881, έρχεται η πρώτη του μεγάλη επιτυχία, όταν εκδόθηκε το μυθιστόρημά του “Το κρίμα του Σιλβέστερ Μπονάρ”. Ακολούθησαν: «Το ψητοπωλείο της Βασίλισσας Χηνοπόδαρης», «Η εξέγερση των αγγέλων», «Θαΐς», «Οι θεοί διψούν», «Το νησί των πιγκουίνων» κ.ά. Μετά το 1900, τα περισσότερα έργα του Ανατόλ Φρανς εκφράζουν τους κοινωνικούς προβληματισμούς του. Το 1921, του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πέθανε το 1924.
- Male
- 1